Μυοκαρδιοπάθεια
Οι μυοκαρδιοπάθειες είναι ασθένειες του καρδιακού μυός που επηρεάζουν τη λειτουργία της καρδιάς. Αυτές περιλαμβάνουν τη διατατική μυοκαρδιοπάθεια, όπου η καρδιά διευρύνεται και δεν μπορεί να αντλήσει αίμα αποτελεσματικά, την υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια, όπου το τοίχωμα της καρδιάς παχαίνει, και την περιοριστική μυοκαρδιοπάθεια, που εμποδίζει την καρδιά να γεμίσει με αίμα κατά τη διάρκεια της χαλάρωσης. Οι δομικές καρδιοπάθειες περιλαμβάνουν ανωμαλίες στις βαλβίδες της καρδιάς ή στα τοιχώματα μεταξύ των θαλάμων της καρδιάς, όπως ο διαφραγματικός ανεύρυσμα ή η διαφραγματική τρύπα. Αυτές οι παθήσεις μπορεί να είναι συγγενείς (δηλαδή παρόντες από τη γέννηση) ή να αναπτυχθούν αργότερα στη ζωή. Οι συγγενείς καρδιοπάθειες αναφέρονται σε δομικά προβλήματα της καρδιάς που υπάρχουν κατά τη γέννηση, όπως οι τρύπες στην καρδιά, τα στενωμένα αγγεία ή οι ανωμαλίες στις βαλβίδες. Πολλές από αυτές τις καταστάσεις μπορεί να διορθωθούν με χειρουργικές επεμβάσεις, ενώ άλλες απαιτούν συνεχή παρακολούθηση και θεραπεία για την πρόληψη επιπλοκών. Η αντιμετώπιση αυτών των παθήσεων περιλαμβάνει φάρμακα που μειώνουν την καρδιακή πίεση και βελτιώνουν την καρδιακή λειτουργία, όπως οι αναστολείς ΜΕΑ, οι β-αναστολείς, τα διουρητικά και, σε πολλές περιπτώσεις, η κατάλυση ή η χειρουργική διόρθωση. Εάν οι συντηρητικές μέθοδοι δεν επαρκούν, ενδέχεται να χρειαστεί εμφύτευση συσκευών όπως απινιδωτές ή βηματοδότες για τη ρύθμιση του καρδιακού ρυθμού ή την πρόληψη αιφνίδιου καρδιακού θανάτου. Ανάλογα με τη βαρύτητα της πάθησης, η ανάρρωση μετά από τις επεμβάσεις μπορεί να είναι ταχεία, ενώ οι περισσότερες επεμβάσεις μπορούν να πραγματοποιηθούν με τοπική αναισθησία.